Ένα κτήριο που κουβαλά ιστορία 130 και πλέον ετών, άρρηκτα συνδεδεμένο με τη μοναδική τέχνη του σταμπωτού υφάσματος είναι το ιστορικό κτήριο του Τυποβαφικού Εργαστηρίου με την επωνυμία «Βιοτεχνία Ελληνικών Μαντηλιών (ΒΕΜ)» στην οδό Πλαταιών στο Μεταξουργείο . Οι μηχανές του εργαστηρίου δούλευαν ασταμάτητα, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ΄90, και παρήγαγαν, με τη μοναδική τεχνική, σταμπωτά μαντήλια κεφαλής.


Η «Βιοτεχνία Ελληνικών Μαντηλιών ΒΕΜ Ο.Ε.», κατασκεύαζε τα παραδοσιακά μαντήλια κεφαλής για όλες τις περιοχές της Ηπειρωτικής και Νησιωτικής Ελλάδας, αλλά και για τα μοναστήρια της χώρας.
Το τελευταίο Καλεμκερείον άρχισε τη λειτουργία του στη Σύρο, από τον Ηρακλή Οικονομόπουλο και τα τέσσερα αδέλφια του. Η λέξη καλεμκερί είναι τουρκικής προέλευσης και σύνθετη (καλέμ=κάλαμος και κιαρ=εργασία) και σήμαινε το γυναικείο και ζωγραφισμένο στο χέρι μαντήλι.


Το 1895 το Καλεμκερείον μεταφέρθηκε στην Αθήνα, στην οδό Πλαταιών 38. Επέλεξαν το χώρο γιατί διέθετε πηγάδι, και το νερό αποτελούσε κύριο συστατικό για τη βαφή. Εκεί λειτούργησε μέχρι το 1997, διατηρώντας την παραδοσιακή διαδικασία, με μόνη αλλαγή, το πέρασμα από τα ξύλινα καλούπια και τις σφραγίδες -φτιαγμένες από ξύλο φλαμουριάς- στη μεταξοτυπία. Την περίοδο 1935-1940 με προτροπή της Δόρας Στράτου, ο Γιάννης Τσαρούχης δημιούργησε σχέδια με ελληνική θεματολογία, με εξαίρετα αποτελέσματα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.


Η κατάσταση του κτηρίου σήμερα δεν είναι καλή. Η ευτελής στέγαση του προαύλιου χώρου (με στέγαστρα από λαμαρίνες και λοιπά πρόχειρα υλικά), είναι υπό κατάρρευση, εκθέτοντας το χώρο στις καιρικές συνθήκες και επιτρέποντας περαιτέρω φθορές στους φέροντες τοίχους, στα φύλλα επικάλυψης των διαδρομών, καθώς και στα λοιπά μεταλλικά στοιχεία (δοκούς, πόρτες κλπ).
Τα μοτίβα ήταν αντίγραφα από κεντήματα διαφόρων περιοχών της χώρας, με σκοπό να είναι αναγνωρίσιμα από τις γυναίκες που τα φορούσαν. Το μαντήλι αυτού του τύπου ήταν το τελευταίο στοιχείο του ελληνικού κεφαλόδεσμου. Πρόκειται για μοναδικό παραδοσιακό τεχνικό εξοπλισμό, με λεπτοκαμωμένες μήτρες, σπουδαία σχέδια, πατροπαράδοτες συνταγές και με το μαύρο, ανεξίτηλο χρώμα, της ανιλίνης.

Είναι το χρώμα που χαρακτήριζε τα ελληνικά μαντήλια, αφού παρέμενε ανεξίτηλο ακόμη και στη χλωρίνη! Τα σχέδια και οι μήτρες των ξυλότυπων αποτελούσαν περιουσιακό στοιχείο, ενώ η συνταγή της βαφής ήταν επτασφράγιστο μυστικό, που το παρέδιδαν από γενιά σε γενιά. Τα υφάσματα των μαντηλιών ήταν από μαλακό βαμβάκι και από ελαφρύ μεταξωτό τύπου «πονζέ», με αζούρ μονό, διπλό ή και τριπλό στο τελείωμα. Οι ξυλόγλυπτες σφραγίδες, τα καλούπια σκαλίζονταν από τεχνίτες μερακλήδες – καλλιτέχνες του ξύλου, στην εύπλαστη φλαμουριά, την ελιά ή, για μεγαλύτερη διάρκεια, στην αγριογκοριτσά, οι οποίοι εμπνέονταν από την βυζαντινή λαϊκή παράδοση, με μοτίβα, κυρίως, λουλούδια.

Αυτό το κομμάτι της ιστορίας το κτήριο της Βιοτεχνίας Ελληνικών Μαντηλιών (ΒΕΜ) στο Μεταξουργείο θα μπει σε διαδικασία αποκατάστασης και αξιοποίησης. Σίγουρα μια κίνηση που έπρεπε να έχει γίνει δεκαετίες τώρα. Σίγουρα η αποκατάσταση του θα συμβάλει και στην αναβάθμιση της περιοχής.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ