Από τις λέξεις που όλοι μας χρησιμοποιούμε πολύ συχνά στην καθημερινότητα μας είναι η «συγγνώμη». Μια λέξη όμως που εμπεριέχει ένα πολύ βαθύ μήνυμα τόσο για τον δέκτη όσο και για τον πομπό.
Πόσες φορές την εννοούμε αυτή την λέξη, που την έχουμε δέσει μετά από κάποια δύσκολη συνθήκη που προκαλούμε;
Όμως πιο δύσκολη έως θεόρατη φαντάζει η δύναμη του να «συγχωρείς». Έχει οφέλη σε εσένα που μπορείς να προχωρήσεις παρακάτω και να αγνοήσεις ή να περιφρονήσεις στιγμές που σε χάραξαν;
Σε αυτό αλλά και σε πολλές ακόμη παραμέτρους της δύναμης της συγχώρεσης τοποθετείται ο ψυχολόγος και συγγραφέας Γιώργος Λάγιος στο Πινάκιο.
Ο κ. Λάγιος επισημαίνει πως Η συγχώρεση είναι μία από τις κινητήριες δυνάμεις για να μπορέσουμε να είμαστε στο παρόν, ώστε να δημιουργήσουμε το μέλλον μας.
Ακολουθεί το άρθρο του κ Γιώργου Λάγιου και δείτε περισσότερα στο www.glagios.gr
«Η συγχώρεση φέρεται να είναι η αρετή των δυνατών. Στον κόσμο της Ψυχολογίας, η συγχώρεση ορίζεται ως η συνειδητή απόφαση να αφήσουμε πίσω μας το αίσθημα του θυμού και την επιθυμία για εκδίκηση προς κάποιον που μας έβλαψε. Η απελευθέρωση αυτή μπορεί να ακούγεται εύκολη, και σε πολλά άρθρα γίνονται αναφορές για βήματα που μπορούν να ακολουθηθούν, με ή χωρίς την βοήθεια ενός ειδικού. Το σημαντικότερο γνώρισμα της συγχώρεσης, που συχνά αποσιωπάται, είναι ότι έρχεται με ένα κόστος.
Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι όταν πονάμε ψυχικά, ο οργανισμός μας παράγει υψηλότερα επίπεδα διάφορων ορμονών με αποτέλεσμα το σώμα μας να κατακλύζεται από αδρεναλίνη που μας κάνει να θέλουμε να αντιδράσουμε άμεσα στα πάντα. Όταν αυτό συμβαίνει συνεχώς και μακροπρόθεσμα, τα αποτελέσματα για το μυαλό, το σώμα, και την ψυχική μας υγεία μπορεί να είναι καταστροφικά. Συγκεκριμένα, επηρεάζονται τα όργανά μας, ο ύπνος μας, η διάθεση μας, η σχέση μας με το φαγητό, και πολλά άλλα. Το μίσος και η εχθρικότητα προς τους άλλους ή προς τον εαυτό μας δυσχεραίνουν την ικανότητα μας να ζήσουμε στο παρόν. Χωρίς την δύναμη της συγχώρεσης, ζούμε στο παρελθόν καταστρέφοντας το μέλλον μας.
Ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να συγχωρέσει είναι συνήθως ένας άνθρωπος βαθιά πληγωμένος συναισθηματικά και ψυχολογικά, και ίσως ακόμα δεν έχει επουλώσει όλες του τις πληγές για να μπορέσει να δώσει συγχώρεση. Ο δρόμος προς τη συγχώρεση είναι σίγουρα δύσκολος και επίπονος, όμως είναι ο μοναδικός δρόμος προς την εσωτερική ελευθερία. Συνήθως αποφεύγουμε να συγχωρέσουμε κάποιον πραγματικά, γιατί δεν θέλουμε να κοιτάξουμε τις δικές μας πληγές. Γίνεται λοιπόν πιο εύκολο να παραμένουμε θυμωμένοι με όλους και όλα.
Όταν δεν έχουμε πλήρη επίγνωση του τι μας έχει συμβεί, δεν μπορούμε να φτάσουμε στην συγχώρεση. Εάν κάτι έχει συμβεί σε κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο αλλά επηρέασε και εμάς, τότε είναι αναγκαίο να αναγνωρίσουμε τον ψυχικό μας πόνο. Είναι όμως εξίσου αναγκαίο να κατανοήσουμε ότι δεν μπορούμε να συγχωρέσουμε το άτομο που έβλαψε το αγαπημένο μας πρόσωπο, γιατί δεν έβλαψε εμάς. Με άλλα λόγια, μπορούμε μόνο να συγχωρέσουμε τον άτομο για τα συναισθήματα που μας προκάλεσε, και εν συνεχεία να συγχωρέσουμε τον εαυτό μας. Σε ένα άλλο παράδειγμα, εάν ως παιδιά είχαμε υπάρξει παρατηρητές ενδοοικογενειακής βίας, δεν μπορούμε να συγχωρέσουμε τον πατέρα μας που χτυπούσε την μητέρα μας, γιατί δεν είμαστε η μητέρα μας. Μπορούμε όμως να τον συγχωρέσουμε για το πώς μας έκανε να νιώθουμε.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι η συγχώρεση μπορεί να μας απελευθερώσει από τα δεσμά του παρελθόντος, και να μας βοηθήσει να προχωρήσουμε ως νικητές στην ζωή μας. Το δεύτερο σημαντικότερο είναι ότι «συγχωρώ δεν σημαίνει ξεχνώ». Το να συγχωρέσουμε κάποιον δεν σημαίνει ότι επικροτούμε αυτό που έκανε σε εμάς ή σε άλλους. Στην ουσία, η συγχώρεση δεν έχει καθόλου να κάνει με το άλλο άτομο. Έχει να κάνει μόνο με εμάς. Όταν κατηγορούμε κάποιον άλλον για αυτά που νιώθουμε, παραδίνουμε την δύναμή μας και αναθέτουμε την ευθύνη στον άλλον, δηλαδή αποδυναμωνόμαστε. Οι πράξεις ενός ατόμου μπορεί να πυροδοτούν αντιδράσεις μέσα μας, όμως το άτομο αυτό δεν ευθύνεται για τα «κουμπιά» του εγκεφάλου μας (π.χ. παλαιότερα τραύματα, το πώς μεγαλώσαμε) που ευθύνονται για αυτές τις αντιδράσεις. Ένα άτομο μπορεί να πατήσει αυτά τα κουμπιά, αλλά δεν τα έβαλε εκεί. Επομένως, η ανάληψη ευθύνης για τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις μας είναι η ικανότητα να επιλέγουμε να δράσουμε αντί να αντιδράσουμε.
Στην πραγματική συγχώρεση πρέπει να αφήσουμε όλες τις προσδοκίες στην άκρη. Χρειάζεται να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και ανοιχτοί σε αυτό που είμαστε, αντί να προσπαθούμε να αποδείξουμε κάτι. Χρειάζεται να μπορούμε να πούμε στο άτομο που μας έβλαψε «Αυτό που έκανες δεν ήταν σωστό, αλλά δεν σε καθορίζω με βάση αυτό. Μπορώ να γιατρέψω τον εαυτό μου και δεν χρειάζομαι τίποτα από εσένα». Κάνοντας αυτό, παίρνουμε πίσω την δύναμη μας, αντί να παρασυρόμαστε από ένα τυφλό μίσος, δίνοντας δύναμη σε εκείνον που μας έβλαψε. Η επιμονή στο μίσος και τα αρνητικά συναισθήματα κρατούν ζωντανά κομμάτια του παρελθόντος που δεν είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε ότι δεν είναι πλέον στο παρόν μας. Το κόστος λοιπόν της συγχώρεσης είναι η αποδοχή ότι αυτά τα κομμάτια δεν θα επιστρέψουν, και ότι θα πρέπει να συνεχίσουμε την ζωή μας διαφορετικά, όχι από την θέση του θύματος ή του εκδικητή. Δεν είναι υποχρέωση μας όταν συγχωρούμε να εξακολουθούμε να σχετιζόμαστε με αυτόν τον άνθρωπο. Υποχρέωση μας είναι να απαλλαγούμε από οποιοδήποτε αρνητικό συναίσθημα μας κρατάει πίσω, μακριά από την ηρεμία, ισορροπία και ευτυχία μας.
Όταν ζούμε στο παρελθόν δεν μπορούμε να είμαστε στο παρόν. Η συγχώρεση είναι μία από τις κινητήριες δυνάμεις για να μπορέσουμε να είμαστε στο παρόν, ώστε να δημιουργήσουμε το μέλλον μας».